Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012

Τι σημαίνουν τα νέα μέτρα για την κοινωνία (και γιατί πρέπει να βγούμε ΌΛΟΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ)



Το περιεχόμενο της νέας δανειακής σύμβασης αποδεικνύει τη συστημική βία της τρέχουσας προσπάθειας να αλλάξουν άρδην οι κοινωνικοί όροι μέσα στην ελληνική κοινωνία,  την προσπάθεια “αλλαγής καθεστώτος” σε όλα τα επίπεδα. Αποτελεί πραγματική κήρυξη πολέμου στην κοινωνία.
Αρκεί να αναλογιστούμε ότι περιλαμβάνει:
  • Πρωτοφανή μείωση του βασικού μισθού κατά 22% (που σημαίνει ανάλογη μείωση των αποδοχών όλων όσοι εργάζονται με βάση την ΕΓΣΣΕ) με παράλληλη ακόμημεγαλύτερη μείωση των αποδοχών των νεοεισερχόμενων στην αγορά εργασίας (-32%). Αυτό σημαίνει ότι τα καθαρά ποσά που θα παίρνουν θα είναι πλέον480 και 430 ευρώ αντίστοιχα.
  • Κατάργηση πρακτικά των συλλογικών συμβάσεων. Όλες οι συμβάσεις λήγουν υποχρεωτικά μετά από ένα χρόνο. Ήδη πολλές συμβάσεις έχουν ήδη λήξει (περίπου 80). Σε όλες έχουν λήξει ή λήγουν οι εργαζόμενοι θα περάσουν στο βασικό κλαδικό. Η κατάργηση της μετενέργειας επηρεάζει και τις ατομικές συμβάσεις, άρα πάμε σετεράστια μείωση των αποδοχών των ήδη απασχολουμένων (ακόμη και -50%). Η νέα ρύθμιση για τη προσφυγή στη διαιτησία θα σημαίνει ουσιαστικά ότι δεν μπορέσουν να υπάρξουν νέες συμβάσεις σε πάρα πολλούς κλάδους. Αυτό θα δώσει και ώθηση για επιχειρησιακές συμβάσεις που θα ενσωματώνουν τις νέες μειώσεις. Επιπλέον, και όπου ή για όσο ισχύουν οι συμβάσεις θα προβλεφθεί πάγωμα των “ωριμάνσεων”, δηλαδή των τριετιών.
  • Μείωση των συντάξεων πολύ μεγάλη. Ανεξάρτητα από τους λεονταρισμούς Σαμαρά ως προς την περικοπή των επικουρικών, είναι σαφές ότι ήδη έχουν συνομολογηθεί πολύ σημαντικές μειώσεις στις συντάξεις, κύριες και επικουρικές, που δεν θα σημάνουν μόνο εξαθλίωση των χαμηλοσυνταξιούχων, αλλά και τεράστια μείωση όσων είχαν στοιχειωδώς αξιοπρεπείς συντάξεις, στοιχείο που θα περιορίσει σημαντικά και τις δυνατότητες διαγενεακής αλληλεγγύης.
  • Μείωση των κοινωνικών επιδομάτων συμπεριλαμβανομένου του επιδόματος ανεργίας.
  • Κατάργηση των κανονισμών εργασίας που εξασφάλιζαν τη μόνιμη και αξιοπρεπή εργασία στις ΔΕΚΟ. Αυτό συνεπάγεται και τσάκισμα της συνδικαλιστικής ραχοκοκαλιάς του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος.
  • Νέο κύμα μειώσεων προσωπικού στο δημόσιο. Αυτό αφορά τόσο τη ριζική μείωση των όποιων νέων διορισμών, την πολύ σημαντική νέα μείωση του αριθμού των συμβασιούχων, τις νέες εφεδρείες και τις απολύσεις μέσα από την κατάργηση – συγχώνευση οργανισμών.
  • Νέες περικοπές κοινωνικών δαπανών που θα αρχίσουν να σημαίνουν αδυναμία λειτουργίας κρίσιμων υποδομών παιδείας και υγείας.
  • Όλα τα μέτρα θα υπόκεινται σε τακτικούς μηχανισμούς αναθεώρησης, πράγμα που σημαίνει ακόμη μεγαλύτερες επιθέσεις το επόμενο διάστημα, νέους κύκλους μέτρων. Δεν είναι ο τελευταίος γύρος μέτρων.
  • Παράλληλα, οι όροι του PSI παρότι θα σημαίνουν τεράστια οικονομική ενίσχυση στις τράπεζες, εντούτοις αυτή θα δοθεί με όρους προνομιακούς για τις τράπεζες, εφόσον θα διατηρηθεί ο έλεγχος και η διοίκηση των ιδιωτών.
Στη νέα λυσσαλέα επίθεση απέναντι στην κοινωνία και την εργατιά, πρέπει να απαντήσουμε δυναμικά. Δεν πρόκειται για άλλη μία “μητέρα των μαχών”, αλλά για την ίδια την αξιοπρέπεια και την επιβίσωσή μας. Αυτά τα μέτρα δε θα είναι τα τελευταία (έχει προαναγγελθεί  πως θα έρθουν νέα τον Ιούνιο). Αν σκύψουμε τώρα το κεφάλι, ο αστικός σχηματισμός και η νεοαποικιοκρατική τάση του ευρωπαϊκού Κέντρου (Γερμανία) θα πάρει το μήνυμα για να συνεχίσει να καρατομεί το λαό.
Το ερώτημα πλέον που τίθεται είναι σαφές: ή εμείς ή αυτοί.
Δεν μας παίρνει άλλο για μοιρολατρία και ηττοπάθεια. Όλοι στον αγώνα, όλοι στη Γενική Απεργία 10-11 Φλεβάρη, όλοι στο Σύνταγμα την Κυριακή (ημέρα ψήφισης των νέων μέτρων), όλοι μαζί να δημιουργήσουμε ασφυκτική πίεση για το καθεστώς μέχρι να πέσει και να πάρει πίσω τη νέα δανειακή σύμβαση-δολοφονία των λαϊκών μαζών.
ΌΛΟΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ!

Βγες έξω, σύντροφε! Ρίσκαρε 
Τη δεκάρα, που ούτε δεκάρα πια δεν είναι 

Τον τόπο για ύπνο που πάνω του πέφτει η βροχή 
Και της δουλειάς τη θέση που αύριο θα χάσεις! 
Μπρος, στο δρόμο έξω! Αγωνίσου! 
Να περιμένεις πια δε γίνεται, είναι αργά πολύ! 
Βοήθα τον εαυτό σου βοηθώντας μας:
Κάνε πράξη την αλληλεγγύη!
Βγες έξω, σύντροφε, αντιμέτωπος με τα όπλα και 
Διεκδίκησε το μεροκάματό σου! 
Σαν ξέρεις πως δεν έχεις τίποτα να χάσεις 
Όπλα αρκετά οι αστυνόμοι τους δεν έχουν! 
Μπρος, στο δρόμο έξω! Αγωνίσου! 
Να περιμένεις πια δε γίνεται, είναι αργά πολύ!  Βοήθα τον εαυτό σου
βοηθώντας μας: Κάνε πράξη 
Την αλληλεγγύη!

Bertolt Brecht, “Το τραγούδι της απεργίας” (1929-1930) 

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2012

ΌΛΟΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ !



Κάλεσμα Αγώνα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ




ΟΛΟΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ!

- ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ ΚΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ, ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΚΤΗΡΙΩΝ ΚΑΙ ΧΩΡΩΝ ΔΟΥΛΕΙΑΣ, ΔΙΑΔΗΛΩΣΕΙΣ,  ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΦΥΓΟΥΝ ΤΡΟΪΚΑ, ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΠΑΠΑΔΗΜΟΥ, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ!
-ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΡΑΣΕΙ Η ΔΑΝΕΙΑΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ, ΤΟ PSI KAI TA NEA MNHMONIA ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΛΕΗΛΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ!
- ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΜΕ ΤΑ ΔΑΝΕΙΑ ΤΟΥΣ! ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΧΩΡΙΣ ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΕΕ!
- ΠΕΜΠΤΗ 9/2, 6.00 μμ ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ, ΣΤΗ ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ ΠΟΥ ΚΑΛΟΥΝ ΤΑ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΑ - ΣΑΒΒΑΤΟ 11/2 – ΚΥΡΙΑΚΗ 12/2 ΟΛΟΙ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ!

Η κυβέρνηση του μαύρου μετώπου και του τραπεζίτη πρωθυπουργού, απομονωμένη από τον λαό, πανικόβλητη μπροστά στην λαϊκή κατακραυγή και την θύελλα που πλησιάζει ετοιμάζεται για ένα ακόμα πραξικόπημα. Να ψηφίσει κυριακάτικα με την διαδικασία του κατεπείγοντος την επαίσχυντη δανειακή σύμβαση και τα μέτρα που την συνοδεύουν.
Ο άθλιος θίασος των 2 τελευταίων χρόνων βρέθηκε και πάλι επί σκηνής. Η τρόικα, η χυδαία γραφειοκρατία των Βρυξελλών, η Μέρκελ και ο Σαρκοζί να κάνουν τους κακούς, η θλιβερή ηγεσία του  ΠΑΣΟΚ (Παπανδρέου, Βενιζέλος, Κουτρουμάνης, Λοβέρδος) με επικεφαλής τον τραπεζίτη Παπαδήμ(ι)ο σε ρόλο καλού μαθητή. Οι Σαμαράς, Καρατζαφέρης σε ρόλο «σκληρών διαπραγματευτών»! Και όλοι μαζί να συμφωνούν πάνω στα μέτρα και το πρόγραμμα «σωτηρίας» των τραπεζιτών, των βιομηχάνων και του ευρώ, και χρεοκοπίας του λαού.
Να διώξουμε όλο αυτόν τον θλιβερό θίασο από την σκηνή! Μπορούμε να νικήσουμε! Το δείξαμε με τις αλλεπάλληλες πανεργατικές της προηγούμενης χρονιάς, το δείχνουν οι ηρωϊκοί αγώνες στη Χαλυβουργία, στον ALTER, στην Ελευθεροτυπία που συνεχίζουν!Να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας, με επιτροπές αγώνα σε κάθε χώρο! Να ξεπεράσουμε την αδράνεια της συμβιβασμένης γραφειοκρατίας της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ που ένα μήνα τώρα έφτιαχνε «εθνικά μέτωπα» με τους βιομηχάνους και προσπαθούσε να κοιμίσει τους εργάτες.
Πανεργατικός –παλλαϊκός ξεσηκωμός! Μετά την πρώτη απάντηση της απεργίας στις 7/2 να κλιμακώσουμε μ’ ένα πολύμορφο απεργιακό και αγωνιστικό κίνημα διαρκείας που πρέπει να ξεκινήσει άμεσα, με καθημερινές διαδηλώσεις, καταλήψεις δημόσιων κτηρίων και χώρων δουλειάς.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ καλεί τους εργαζόμενους να οργανώσουν σε κάθε χώρο συνελεύσεις για αποφάσεις απεργιακής κλιμάκωσης. Να συμμετέχουν στην πορεία της Πέμπτης 9 Φλεβάρη που καλεί ο Συντονισμός Πρωτοβάθμιων Σωματείων. Το Σάββατο και την Κυριακή με συγκεντρώσεις και πορείες από τις γειτονιές μας στο Σύνταγμα να περικυκλώσουμε τη Βουλή με την οργή μας!
Όλες και όλοι στους δρόμους! Εργατικά σωματεία, ομοσπονδίες, εργατικά κέντρα, επιτροπές αγώνα, λαϊκές συνελεύσεις, πρωτοβουλίες για τα χαράτσια, συλλογικότητες στις γειτονιές, πάρτε τον αγώνα στα χέρια σας!
Τώρα είναι η ώρα για μια ανατρεπτική κοινή δράση της Αριστεράς και όλων των αγωνιζόμενων δυνάμεων!
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ καλεί τη βάση και τις ηγεσίες των δυνάμεων της Αριστεράς σε άμεσο συντονισμό στο μαζικό κίνημα ώστε να μην περάσει και να μην εφαρμοστεί η επαίσχυντη Δανειακή Σύμβαση από τη Βουλή. Καλεί σε σταθερή κοινή δράση για έναΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ ΡΗΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ:
- ΟΧΙ ΣΤΗ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΠΟΥ ΜΑΣ ΟΔΗΓΟΥΝ! ΑΜΕΣΗ ΠΑΥΣΗ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΩΤΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ!
- ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ  ΕΥΡΩ – ΡΗΞΗ ΚΑΙ ΑΠΟΔΕΣΜΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΕ!
- ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΛΥΣΕΩΝ – ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ- ΑΥΞΗΣΕΙΣ ΣΕ ΜΙΣΘΟΥΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ!
- ΕΘΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΜΕ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ ΤΡΑΠΕΖΩΝ, ΔΕΚΟ, ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΟΥ ΚΛΕΙΝΟΥΝ!

ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ
ΓΙΑ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙ Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΚΑΙ Η ΕΞΟΥΣΙΑ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ!


ΑΝΤΑΡΣΥΑ

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012

Ανάγκη, Ζύμωση, Εξέγερση



Ο μεγαλύτερος αντίπαλος κάθε ιδεολόγου είναι το φαντασιακό του.
Πολλές φορές ξεχνάμε κι εμείς οι ίδιοι γιατί γίνονται οι Επαναστάσεις κι οι Εξεγέρσεις.
Οι Επαναστάσεις και οι Εξεγέρσεις γίνονται επειδή υπάρχει Ανάγκη. Η ανάγκη είναι αυτή που γεννά τον αγώνα, τη σύγκρουση, την εναντίωση, την πάλη, την εξέγερση, την επανάσταση. Αν δεν υπήρχε ανάγκη, όλα αυτά δε θα υπήρχε λόγος να γίνουν καθότι δεν είναι μέρος κάποιας αυτοεκπληρούμενης προφητείας.
Άρα, αυτό που πρέπει να μελετήσουμε είναι αν πράγματι υπάρχει Ανάγκη. Η απάντηση είναι πολύ εύκολη στην παρούσα χρονική συγκυρία: Ναι.
Μεγάλο μέρος του λαού έχει φτάσει στο όριο της εξαθλίωσης (ή το έχει ξεπεράσει), το πρόβλημα είναι πλέον βιοποριστικό και η ίδια η ανθρώπινη αξιοπρέπεια έχει κλονιστεί σε μεγάλο βαθμό.
Επομένως είναι προφανές πως η εξέγερση δεν είναι κάτι που υπάρχει μόνο μέσα στο μυαλό κάποιων “επαναστατών” ,αλλά βρίσκεται επίσης και στο σκεπτικό του καθημερινού ανθρώπου, του απλού πολίτη. Δε χρειάζεται να είσαι πολιτικά ώριμος για να νιώσεις στο πετσί σου την ανάγκη ανατροπής ενός συστήματος που σε συνθλίβει, καθώς η ίδια η ανάγκη της επιβίωσης σε ωθεί στο να αντιταχθείς σε αυτό που επιχειρεί να σε καρατομήσει. Αυτός είναι ο λόγος που δημιουργήθηκε ο συνδικαλισμός, αυτός είναι ο λόγος που οδήγησε τον Μαρξ στο να αντιπροτάξει ένα σοσιαλιστικό Σύστημα έναντι του Καπιταλιστικού, αυτός είναι ο λόγος που βάζει τους ανθρώπους να σκεφτούν πολιτικά και να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους, αυτός είναι και ο λόγος που έβγαλε χιλιάδες κόσμου στις πλατείες το προηγούμενο χρονικό διάστημα.
Πρώτιστο καθήκον των επαναστατικών συλλογικοτήτων (πρέπει να) είναι να αφουγκράζονται την κοινωνία. Καμία κοινωνία που δε νιώθει την ανάγκη να αλλάξει δεν πρόκειται να αλλάξει. Η δε Αριστερά οφείλει να αποτελεί εργαλείο για τις μάζες (και όχι το αντίστροφο). Η αφ’υψηλού αντιμετώπιση των αυθόρμητων (ενίοτε και σπασμωδικών) αντιδράσεων της κοινωνίας στην επίθεση που δέχεται ,είναι τουλάχιστον ιταμή και βαθιά ανώριμη πολιτικά. Η a priori απόρριψη οποιουδήποτε εγχειρήματος που είναι “έξω από τα μέτρα μας” ή που κρίνουμε πως δεν έχει την πολιτική εμβάθυνση που θεωρούμε πως έχουμε εμείς, αποτελεί πολιτικό και κοινωνικό σνομπισμό . Αυτό που είναι σίγουρο είναι πως εμείς που έχουμε μια κάποια πολιτική εμβάθυνση στην αριστερά  είμαστε πολύ λίγοι για να κάνουμε μόνοι μας την αλλαγή(το αυτό ισχύει και για την Αναρχία)Και δεν έχει και κάποιο νόημα να κάνουμε οποιαδήποτε αλλαγή μόνοι μας,χωρίς την ίδια την κοινωνία. Αυτό που επίσης είναι σίγουρο είναι πως κανείς εξ ημών δε γεννήθηκε Αριστερός,Κομμουνιστής ή Αναρχικός. Όλοι γίναμε κάπου στην πορεία. Και ο λόγος που γίναμε δεν ήταν μόνο μια δική μας απόφαση που ξεπήδησε από το πουθενά, αλλά ένα σύνθετο αποτέλεσμα συνειδητοποίησης , ερεθισμάτων και μετατοπίσεων. Άρα το να κρίνουμε εμείς ως “αυθεντίες” αυτούς που ακόμα δεν έχουν αντιληφθεί το ταξικό τους συμφέρον, αυτούς που δεν έχουν ακόμα καταλάβει “τι παίζει”, αυτούς που έχουν πλανευτεί από την αστική προπαγάνδα ή από μισαλλόδοξες ιδεολογίες όπως ο εθνικισμός , είναι μάλλον χαζό. Και είναι χαζό μόνο αν πράγματι θέλουμε κάποια στιγμή να έρθει η ανατροπή, ειδάλλως ας κάτσουμε να φαντασιωνόμαστε αιώνια ,ο καθένας μόνος του, την εξέγερση και τη νέα κοινωνία που θέλει να φέρει.
Ο Λένιν έλεγε πως κάθε στιγμή πρέπει να είσαι ένα βήμα μπροστά από το λαό, όχι δέκα. Όσο απλό κι αν ακούγεται αυτό, στην πραγματικότητα είναι πολύ δύσκολο. Ακόμα και στην παρέμβασή μας στον κόσμο, είναι καθήκον μας να μιλάμε με γλώσσα κατανοητή,με παραδείγματα καθημερινά, με πράγματα που απαντούν στην καθημερινότητα και τις ανάγκες του λαού. Δεν υποστηρίζω ότι πρέπει να κάνουμε εκπτώσεις στην επαναστατική μας ρητορική, απλά θεωρώ πως είναι απαραίτητο να ξέρεις να ελίσσεσαι μέσα στο πλήθος, να βαθαίνεις το πολιτικό νόημα σταδιακά, να μην παύεις στιγμή να είσαι δίπλα του και όχι από πάνω του.
Επομένως, την επόμενη φορά που θα βγει κάποιο αυθόρμητο κάλεσμα για συγκέντρωση διαμαρτυρίας (όπως το χθεσινοβραδινό για το Σύνταγμα με αφορμή τη συνδιάσκεψη των πόλων του Μαύρου Μετώπου για τα νέα βάναυσα αντιλαϊκά μέτρα), ας μη σταθούμε στο “πάλι μία απ’τα ίδια θα είναι”, ούτε στο “με ποιους μωρέ να πάω, με τους πατριδόκαυλους και τους αγανακτισμένους πασοκονεοδημοκράτες; ” . Συνήθως αποφεύγω τα τσιτάτα, αλλά τούτη τη φορά  θα χρησιμοποιήσω ένα -κατά τη γνώμη μου- πολύ σοφό: “Να μάθετε να κινείστε μέσα στις μάζες όπως το ψάρι μες στο νερό”, έλεγε ο Μάο. Πράγματι, αν δε ριχτείς στη μάχη της ιδεολογικής αντιπαράθεσης, αν δεν προκαλέσεις την ιδεολογική αφύπνιση, αν δεν λογομαχήσεις με πολιτικά επιχειρήματα , πώς θα καταφέρεις να μετατρέψεις το ταξικό ένστικτο αυτού του κόσμου (αυτό που τον έβγαλε στο δρόμο) σε ταξική συνείδηση; Πώς θα μπορέσεις να συνεχίζεις να ονειρεύεσαι μιαν άλλη κοινωνία δίχως τη συμμετοχή της ίδιας της κοινωνίας;
Μπορεί να φταίει που είμαι σχετικά νέος, αλλά εγώ δεν έχω κουραστεί ακόμα. Ούτε έχω απογοητευθεί. Κι αυτό γιατί δεν πιστεύω πως η ιδεολογική ζύμωση που λαμβάνει χώρα σήμερα αφορά μόνο στο φούρνισμα του μέλλοντος. Ξέρω πως η μαγιά φουσκώνει γρήγορα.  Και ένας λαός λαβωμένος είναι πολύ δυνατή μαγιά. Ας ριχτούμε στη μάχη της ζύμωσης προτού μας κόψουν ακόμα και το ψωμί…

Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

Αλλα(λουμ)ζουμε

Η χώρα επιτέλους ορθοποδεί, το Μνημόνιο πετυχαίνει να αποτύχει και ο Τεχνοκρατισμός επικρατεί έναντι της Πολιτικής.

Το Σύστημα είναι σοφό, φίλοι μου.
Και το Σύστημα, σε αντίθεση με μας, μαθαίνει.

Η κυρίαρχη αστική προπαγάνδα ,αφού πέρασε μέσα από την κόλαση της λαϊκής κατακραυγής και ατσαλώθηκε, εντέλει μεταλλάχθηκε έτσι ώστε όχι μόνο να κερδίσει πίσω τα απολωλότα επαναστατικίζοντα λαϊκά στρώματα, αλλά και να τα βάλει ξανά μες στο μαντρί, αυτή τη φορά με πιο ιντελεκτουάλ περίφραξη.

Ο κακός επιχειρηματίας, αυτός που φοροδιαφεύγει, ο περιττός και τεμπέλης δημόσιος υπάλληλος, ο ιδιωτικός υπάλληλος που δεν "πονάει" την επιχείρηση, ο πολιτικός που δεν μπορεί να πάρει τις "δύσκολες αλλά αναγκαίες αποφάσεις" . Αυτοί. Αυτοί είναι πλέον οι κακοί.
Όχι αυτοί που λέγαν πως το Μνημόνιο είναι καταστροφή.
Όχι αυτοί που παρότρυναν τον κόσμο να βγει στους δρόμους.
Όχι αυτοί που έλεγαν "να πάνε στο διάολο και οι 300".

Όχι. Αυτοί, εντέλει, ήταν οι δικαίως "αγανακτισμένοι".
Ποιος νοιάζεται αν μέχρι χτες τους λέγαμε "επικίνδυνους για την Πατρίδα" ;
Σήμερα αγκαλιάζουμε όλο στοργή τις αδυναμίες του ποιμνίου μας και αναγνωρίζουμε στα λεγόμενά του ένα δίκαιο παράπονο, ένα καθ'όλα δικαιολογημένο "ρε κερατούκλη, τόσο καιρό με δούλευες λιγάκι...".
(πάντα καταδικάζοντας τη βία απ'όπου κι αν προέρχεται, μην ξεχνιόμαστε)

Ναι, ναι. Είναι πολύ βολικό αυτό. Γιατί από τη στιγμή που αναγνωρίζω πως αυτό τελικά ήταν το πρόβλημα (η "μη γενναία πάταξη των παθογενειών της Ελληνικής πραγματικότητας και του πελατειακού Κράτους") , ο λαουτζίκος θα δεχτεί πως πράγματι, αυτό ήταν το πρόβλημα.


Ποιος χέστηκε για Καπιταλισμούς, Ιμπεριαλιστικά Κεφάλαια, οικονομική παγκοσμιοποίηση, αστούς, μικροαστούς, μεγαλοαστούς, Κεφαλαιοκράτες, πολυεθνικές.

Εδώ ο εχθρός είναι ένας: η Ελληνική Πραγματικότητα.

Γιατί, ως γνωστόν, είμαστε και μοναδική περίπτωση στον πλανήτη. Σαν εμάς άλλος κανείς. Ακόμα και στα προβλήματά μας, ε, είμαστε μοναδικοί και μονάκριβοι ρε παιδί μου.
Οι ομοιότητες με άλλα αστικά κράτη είναι καθαρά συμπτωματικές. Μπορεί να έχουμε τις ίδιες παθογένειες, αλλά αυτοί δεν είναι...Έλληνες ρε παιδάκι μου, πώς το λένε!
Δηλαδή, θα βάλω εγώ τη δική μου διαφθορά ίσα με αυτή του Ιταλού;
Ή τη φοροδιαφυγή μου ίσα με αυτή του Ισπανού;
Τι; Είναι όμορες;
Σύμπτωση.
Όπως σύμπτωση είναι και το ότι μαζί με μας παίρνει ο διάολος και την Ισπανία, την Ιταλία, την Πορτογαλία, το Βέλγιο, τη Γαλλία, την Ιρλανδία και άλλες τόσες που ακολουθούν.
Είπαμε, για την Ελλάδα και τους Έλληνες φταίει η παθογένεια του ελληνικού κοινωνικο-πολιτικού συστήματος. Τέλος. Γι'αυτό και το αλλάζουμε - εκσυγχρονιζόμαστε. Εμείς φοράμε τα ρούχα μας αλλιώς κι εσάς σας αλλάζουμε τα φώτα. Μέχρι να πειστείτε ότι εμείς αλλάξαμε κι εσείς γίνατε επιτέλους ευρωπαίοι.

Και αφού τη βρήκαμε την άκρη , σταματήστε εσείς οι κομμουνισταράδες να κλαίγεστε όλη την ώρα για το Σύστημα. Τώρα που θα φυσήξει ο αέρας της ανανέωσης και της μεταρρύθμισης όλα θα μπουν στη σωστή τροχιά και η Πατρίδα θα ορθοποδήσει ξανά.
Μέχρι την επόμενη Κρίση.
Και τότε θα ξαναλλάξουμε.
Και θα ξαναορθοποδήσουμε.
Και θα ξανάρθει Κρίση.
Και πάλι τα ίδια.
Έτσι, γιατί μπορούμε.


Υ.Γ: Το Μνημόνιο είναι κακό- το λέει και το MEGA.


Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2012

Αλμπερτ Αϊνστάιν: Γιατί σοσιαλισμός; (Μέρος Ι)




Την «παράλυση της κοινωνικής συνείδησης των ατόμων», μέσω «του απεριόριστου ανταγωνισμού», ο Αλμπερτ Αϊνστάιν στις παραδόσεις του στους φοιτητές την ονόμαζε το «μέγιστο κακό του καπιταλισμού». Ο σοφός έλεγε στους ακροατές του ότι «τους εμφυσάται μια υπερβολική σκέψη ανταγωνισμού» και τους εκπαιδεύουν προς το σκοπό να θεωρούν την «αχόρταγη αρπακτικότητα επιτυχίας σαν προετοιμασία για τη μελλοντική τους καριέρα».
Και πώς αποφεύγεται αυτό το “μέγιστο κακό” ;.  Στο δοκίμιο «Why socialism» (γιατί σοσιαλισμός) που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1949 στο περιοδικό«Monthly Review», ο Αϊνστάιν έγραψε: «Είμαι περήφανος ότι υπάρχει μόνο ένας δρόμος για να απαλλαγεί κανείς απ’ αυτό το κακό, δηλαδή να εγκαθιδρυθεί το σοσιαλιστικό οικονομικό σύστημα, συνοδευόμενο από ένα εκπαιδευτικό σύστημα, προσανατολισμένο σε κοινωνικούς στόχους. Σε μια τέτοια οικονομία, τα παραγωγικά μέσα ανήκουν στην ίδια την κοινωνία και η χρησιμοποίησή τους σχεδιοποιείται. Μια σχεδιασμένη οικονομία, που ρυθμίζει την παραγωγή στην ανάγκη της κοινότητας, θα μοίραζε την εργασία, που πρέπει να πραγματοποιηθεί, ανάμεσα σε όλους που είναι σε θέση να εργαστούν και θα εγγυόταν σε κάθε άνδρα, σε κάθε γυναίκα και σε κάθε παιδί τα μέσα της ζωής. Η μόρφωση θα είχε στόχο, επιπροσθέτως προς την προαγωγή των φυσικών τους ικανοτήτων, τα άτομα να αναπτύξουν ένα αίσθημα ευθύνης για τους συνανθρώπους, αντί για την εξύμνηση της δύναμης και της επιτυχίας στην τωρινή κοινωνία μας».
(Αναδημοσίευση από το «Offensiu» του Ανόβερο, «περιοδικό για το σοσιαλισμό και την ειρήνη», τεύχος Νοέμβρη – Δεκέμβρη 2004).

Για τον Αϊνσταϊν
Πενήντα δύο χρόνια μετά το φυσικό θάνατο του Αϊνσταϊν η αίγλη και ο θαυμασμός για το επιστημονικό έργο του και την πλούσια σε βιώματα και επιστημονικές και κοινωνικές συγκινήσεις ζωή του παραμένει αναλλοίωτος. O Aϊνσταϊν πέρασε μια ζωή γεμάτη αντιφάσεις, καταγόμενος από μια χώρα γεμάτη αντιφάσεις. Έζησε και υπέφερε όλη τη λαμπρότητα και την αθλιότητα της γερμανικής ιστορίας του εικοστού αιώνα, όντας συνδιαμορφωτής και αργότερα θύμα του ίδιου δράματος. Η αντιπάθειά του προς την πρωσσική στρατοκρατική παράδοση τον οδήγησαν, ήδη δεκαπεντάχρονο, να αποφύγει τη στράτευση εγκαταλείποντας τη Γερμανία και καταφεύγοντας στην φιλελεύθερη και ουδέτερη Ελβετία.  Παραιτείται από τη γερμανική του υπηκοότητα, και παραμένει για πέντε χρόνια χωρίς υπηκοότητα, λόγω της αντιπάθειας που τρέφει προς τη γερμανική μιλιταριστική νοοτροπία. Η αποστροφή του προς κάθε μορφή εξουσίας επρόκειτο να τον συνοδεύσει σε όλη τη μετέπειτα ζωή του. Έχοντας ταξιδέψει και ζήσει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες αισθάνεται λιγότερο γερμανός και περισσότερο ευρωπαίος πολίτης και αργότερα πολίτης όλου του κόσμου, όντας αφιερωμένος στη επιστημονική έρευνα και την υπόθεση της παγκόσμιας ειρήνης και της δικαιοσύνης. Τη διεθνή αναγνώριση της επιστημονικής του συνεισφοράς, το βραβείο Νόμπελ και τις πολυάριθμες τιμητικές διακρίσεις που δέχτηκε στην πολυτάραχη ζωή του, τις θεώρησε απλώς ως αυξημένη υποχρέωση και ως μια χρήσιμη δυνατότητα για να κερδίσει τους συγχρόνους του για τη φιλοσοφική και πολιτική του ελπίδα για κοινωνική δικαιοσύνη, για αντίσταση και παγκόσμια ειρήνη.
Την ημέρα του θανάτου του, στις 18 Απριλίου του 1955, στο Πρίνστον της Αμερικής, τον διακατείχαν αισθήματα ανησυχίας παρά ελπίδας για την πορεία της Ανθρωπότητας. Η ίδια η Αμερική στο τέλος τον αντιμετώπιζε με μεγάλη καχυποψία. Μετά το Ναγκασάκι και τη Χιροσίμα καλούσε με επίμονο τρόπο όλους τους επιστήμονες να σταθούν στο ύψος της αποστολής τους και να αναλάβουν το μερίδιο της κοινωνικής τους ευθύνης. Μισούσε την τάση των κυβερνήσεων για όλο και μεγαλύτερη δύναμη και κυριαρχία και προσπαθούσε απεγνωσμένα να προβάλει το όραμά του για μια παγκόσμια ειρηνική διακυβέρνηση και μιαν ορθολογική πολιτική για τα πυρηνικά όπλα και τους εξοπλισμούς. Ζώντας σε δύσκολους καιρούς, στην περίοδο του ψυχρού πολέμου και του Μακαρθισμού στην Αμερική, δεν έπαψε να υποστηρίζει σθεναρά και με τόλμη τις πεποιθήσεις του, όπως δείχνει και το κείμενο που μεταφράσαμε, από το πρώτο τεύχος του περιοδικού Monthly Review, το Μάη του 1949 , με τίτλο : « Γιατί ο σοσιαλισμός ; ».
Στο κείμενο αυτό εκφράζει τις απόψεις του για την κοινωνική ανισότητα την κοινωνική κακοδαιμονία, την οικονομία, την πολιτική και το ζήτημα του σοσιαλισμού. Με την ειλικρίνεια και τη σεμνότητα που τον διακρίνει διατυπώνει τις απόψεις του πολύ προσεκτικά τονίζοντας ότι γνωρίζει πολύ καλά πως τα κοινωνικά και οικονομικά φαινόμενα δεν είναι εύκολο να τα προσεγγίσεις με μεθόδους των φυσικών επιστημών που αναζητούν κανονικότητες και γενικούς νόμους, επειδή τα κοινωνικά φαινόμενα είναι πολυπαραγοντικά και είναι πολύ δύσκολο να αξιολογηθούν χωριστά και συνολικά ταυτόχρονα. Σε μια σχετική επιστολή του, του 1949, αναφέρει χαρακτηριστικά : «Μοναδικό κίνητρο της επιστημονικής μου δουλειάς είναι η ακατανίκητη επιθυμία μου να κατανοήσω τα μυστικά της φύσης. Η αγάπη μου για τη δικαιοσύνη και ο αγώνας μου για τη βελτίωση των ανθρώπινων συνθηκών είναι εντελώς ανεξάρτητα απο τα επιστημονικά μου ενδιαφέροντα ». Παρ’όλα αυτά οι σκέψεις που διατυπωνει στο κείμενό του αυτό δείχνουν έναν άνθρωπο ενημερωμένο και βαθειά προβληματισμένο για την παγκόσμια κατάσταση και τις προσδοκίες του για τις μελλοντικές τάσεις, τις δυνατότητες και τις προϋποθέσεις οργάνωσης μιας δημοκρατικής σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Διατυπώνει την άποψη ότι και ως μη ειδικός δικαιούται να διατυπώνει απόψεις για κοινωνικά και οικονομικά θέματα στηριζόμενος στην ιστορική εμπειρία που είναι προσιτή σε όλους όσοι παρακολουθούν την πορεία της λεγόμενης «πολιτισμένης περιόδου» της ανθρωπότητας. Τα αίτια της ιστορικής πορείας πιστεύει οτι δεν είναι μόνο οικονομικά, αλλά έχουν κοινωνικό και ιδεολογικό χαρακτήρα. Για το λόγο αυτό τονίζει οτι μόνη της η οικονομική επιστήμη δεν μπορεί να φωτίσει τις πιθανές μελλοντικές κοινωνικές εξελίξεις και τη μετάβαση σε μια σοσιαλιστική κοινωνία. Πιστεύει οτι ο σοσιαλισμός έχει κοινωνικό και ηθικό σκοπό και ότι η επιστήμη απο μόνη της δεν είναι σε θέση να δημιουργήσει κοινωνικούς σκοπούς και να τους επιβάλλει στους ανθρώπους. Η επιστήμη μπορεί το πολύ πολύ να μας βοηθήσει να βρούμε τα μέσα για την επίτευξη των σκοπών. Πίστευε οτι την εποχή του τη χαρακτήριζε η τελειότητα των μέσων και η σύγχυση των σκοπών. Οι μελλοντικοί, καθοδηγητικοί στόχοι συλλαμβάνονται απο προσωπικότητες υψηλού ηθικού κύρους και αν είναι υλοποιήσιμοι προωθούνται απο όλους τους ανθρώπους που ενδιαφέρονται για την εξέλιξη της κοινωνίας και όχι μόνο απο τους ειδικούς επιστήμονες. Πιστεύει οτι όλοι οι ενεργοί πολίτες έχουν το δικαίωμα να εκφράζονται και να παρεμβαίνουν σε ζητήματα που αφορούν στην οργάνωση της κοινωνίας.
Εχοντας βιώσει δύο παγκόσμιους πολέμους γνωρίζει οτι η ανθρώπινη κοινωνία της εποχής του περνάει μια βαθειά κρίση και προβληματίζεται για την πιθανή διέξοδο. Εκτός απο την επίκληση των διδαγμάτων απο την ιστορία της ανθρωπότητας διατυπώνει και τις προσωπικές του ανθρωπολογικές πεποιθήσεις για τις βιολογικές και κοινωνικές καταβολές των ανθρώπινων τάσεων, πράξεων και παραλείψεων. Όπως μας λέει, ο ανθρωπος είναι και μοναχικό βιολογικό όν, που επιδιώκει την ικανοποίηση των εγωιστικών του περορμήσεων και κοινωνικό όν που χρειάζεται τη συμπόρευση, τη συμπάθεια και την υποστήριξη των συνανθρώπων του για μπορέσει να βελτιώσει τις συνθήκες της ζωής του και να συμβάλλει με τον τρόπο του στην εξέλιξη και την ευημερία της κοινωνίας. Η διαμόρφωση της προσωπικότητας πιστεύει οτι οφείλεται σε μεγαλύτερο βαθμό στο κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον, στην παράδοση και τα κυρίαρχα κοινωνικά πρότυπα. «Κοινωνία» χαρακτηρίζει ο Αϊνστάϊν την ολότητα των άμεσων και έμμεσων σχέσεων του ατόμου με τους συγχρόνους του και την ολότητα των προηγούμενων γενεών. Η εξάρτηση του ανθρώπου απο την κοινωνία αποτελεί ένα γεγονός αναμφισβήτητο και καθοριστικό για τη διαμόρφωση της προσωπικότητας του κάθε ενός. Πάντως, όπως λέει ο ίδιος. « Η πραγματική αξία ενός ανθρώπου κρίνεται κυρίως απο το κατά πόσον έχει κατορθώσει να απελευθερωθεί απο το εγώ του»(1932). Σε μια άλλη επιστολή του 1931 γράφει : « Να χαίρεσαι με τις χαρές των άλλων και να υποφέρεις μαζί τους – αυτοί είναι οι καλύτεροι οδηγοί για τον άνθρωπο ».
Αντικρούοντας τις κυρίαρχες απόψεις της εποχής του, για τον κοινωνικό Δαρβινισμό, υποστηρίζει την άποψη οτι η βιολογική σύσταση του ανθρώπου μπορεί να είναι μεν παγιωμένη όμως κατά την διάρκεια της ζωής του αποκτά και μιά πολιτισμική σύσταση που καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τη σχέση με τους συνανθρώπους και την κοινωνία. Επικαλούμενος μελέτες της Ανθρωπολογίας, της εποχής του, εκφράζει την αισιόδοξη άποψη οτι οι άνθρωποι δεν είναι δέσμιοι της βιολογικής τους συγκρότησης αλλά μπορούν να βελτιώσουν την κοινωνική τους συμπεριφορά και μοίρα, με τη βοήθεια της εκπαίδευσης, της κοινωνικής συναναστροφής και της υιοθέτησης ανάλογων κοινωνικών, πολιτισμικών και αξιακών προτύπων. Προσωπικά πιστεύει οτι « η ζωή του ατόμου αποκτά νόημα μόνο όταν βοηθά να γίνει ευγενέστερη και ωραιότερη η ζωή κάθε όντος. Η ζωή είναι ιερή, είναι δηλαδή η υπέρτατη αξία στην οποία υπόκεινται οι άλλες» (1934)«Μόνο αν ζείς για τους άλλους αξίζει να ζείς» (1932).
Γνωρίζοντας οτι οι τεχνολογικές και δημογραφικές συνθήκες της εποχής του έχουν οδηγήσει σε υπερσυγκεντρωτικούς τρόπους οργάνωσης της κοινωνίας και της εργασίας αναζητά τα αίτια της κοινωνικής κρίσης του εικοστού αιώνα. Την αιτία του κακού τη βρίσκει στην ατομιστική, οικονομική αναρχία της καπιταλιστικής κοινωνίας και στις ανταγωνιστικές, ωφελιμιστικές σχέσεις ατόμων και κοινωνικών ομάδων. Με τη δοσμένη οργάνωση της κοινωνίας και της οικονομίας διαπιστώνει οτι οι εγωϊστικές προδιαθέσεις των ανθρώπων αυξάνονται σταθερά ενώ οι κοινωνικές του τάσεις δυσκολεύονται να βελτιωθούν. Οι άνθρωποι, μας λέει , «φυλακισμένοι χωρίς να το γνωρίζουν, στον εγωισμό τους, αισθάνονται ανασφαλείς, μόνοι και στερημένοι απο την αφελή, απλή και ανεπιτήδευτη απόλαυση της ζωής». Στη βάση της κακοδαιμονίας και αδικίας βρίσκεται, κατά τη διατύπωσή του, ο τρόπος που είναι οργανωμένη η παραγωγική διαδικασία και η ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής.
Εχοντας ζήσει τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του στην Αμερική είχε γνωρίσει απο κοντά την τεράστια δύναμη της ολιγαρχίας του ιδιωτικού κεφαλαίου και τη διαπλοκή του με την πολιτική εξουσία. Ο έλεγχος της οικονομικής και της πολιτικής ζωής ολοκληρώνεται, κατά τη γνώμη του, απο τον έλεγχο της πληροφόρησης και της εκπαίδευσης με αποτέλεσμα, ακόμη και σε τυπικά δημοκρατικά οργανωμένες κοινωνίες, οι πολίτες να μην είναι σε θέση να κάνουν σωστή χρήση των πολιτικών και των κοινωνικών τους δικαιωμάτων. Το κίνητρο του κέρδους συνδυασμένο με τον ασίγαστο ανταγωνισμό σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής, συνδυασμένο και με την αντιπαλότητα ανάμεσα στους καπιταλιστές είναι, όπως πιστεύει, υπεύθυνο για την αστάθεια στη συσσώρευση και στη χρησιμοποίηση του κεφαλαίου, που οδηγεί τελικά σε οικονομική δυσπραγία. «Ο ανταγωνισμός χωρίς όρια οδηγεί σε τεράστια σπατάλη εργασίας και στην κάμψη της κοινωνικής συνείδησης των ατόμων».
Μοναδική διέξοδο απο τα δεινά της ανθρωπότητας, βλέπει ο Αϊνστάϊν, την εγκαθίδρυση μιας σοσιαλιστικής οικονομίας που να συνοδεύεται απο μια τολμηρή εκπαιδευτική μεταρύθμιση για τον προσανατολισμό των νέων ανθρώπων σε κοινωνικούς και όχι ατομιστικούς στόχους.
Τα μέσα παραγωγής θα πρέπει, μας λέει, να ανήκουν στην ίδια την κοινωνία και να χρησιμοποιούνται με σχεδιασμένο τρόπο, με σκοπό την ικανοποίηση των πραγματικών αναγκών της κοινότητας.
Υποψιασμένος ήδη για τους κινδύνους που απειλούν την κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία και τη σοσιαλιστική κοινωνία, τονίζει την πεποίθησή του οτι σχεδιασμένη οικονομία και σοσιαλισμός δεν είναι συνώνυμα. Μπορεί μια σχεδιασμένη οικονομία αν συνοδεύεται απο πλήρη υποδούλωση του ατόμου. Διαβλέπει τους κινδύνους που μπορεί να συνεπάγεται η συγκέντρωση της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας σε μια γραφειοκρατία και προβληματίζεται για τη δυνατότητα προστασίας των δικαιωμάτων του ατόμου με τη δημιουργία ενός δημοκρατικού αντίβαρου. Βλέπει την επίτευξη του σοσιαλισμού ως ένα δύσκολο εγχείρημα που απαιτεί την επίλυση πολύ δύσκολων κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών προβλημάτων. Τέλος υπογραμμίζει την ανάγκη ιδεολογικής καθαρότητας ως προς τους σκοπούς και τον τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων εγκαθίδρυσης του σοσιαλισμού, στην εποχή του ψυχρού πολέμου, γράφοντας μάλιστα κάτω απο συνθήκες Μακαρθικής λογοκρισίας και τρομοκρατίας. Η τόλμη του να γράψει αυτό το κείμενο για το σοσιαλισμό, στο όποίο εκθέτει ανοικτά τις ιδεολογικές του προτιμήσεις, δείχνει τον τολμηρό και υπεύθυνο επιστήμονα που αναλαμβάνει το μερίδιο της ευθύνης που του αναλογεί για την αλλαγή πορείας της ανθρωπότητας, με γνώμονα τις πανανθρώπινες αξίες για δικαιοσύνη και κοινωνική απελευθέρωση. Κατά τη γνώμη του «Μοναδικός τρόπος για να σωθεί ο πολιτισμός και το ανθρώπινο γένος είναι να δημιουργηθεί μια παγκόσμια κυβέρνηση και να θεμελιωθεί η ασφάλεια των εθνών πάνω στο νόμο» (1945). Θεωρώντας οτι η πολιτική είναι πολύ πιό δύσκολη απο την φυσική υποστήριζε την άποψη οτι : «αν δεν είναι ρεαλιστική η ιδέα μιας παγκόσμιας κυβέρνησης τότε μιά μόνο ρεαλιστική άποψη του μέλλοντός μας υπάρχει : γενικευμένη καταστροφή του ανθρώπου απο τον άνθρωπο» (1948).

( Σημείωση : Οι φράσεις σε εισαγωγικά και η χρονολόγησή τους έγινε με βάση τη σταχυολόγηση σκέψεων του Αινσταιν που επιμελήθηκε η Alice Calaprice και κυκλοφόρησε στα ελληνικά απο τις εκδόσεις Κάτοπτρο, με τίτλο : «Εγώ, ο Αλμπερτ Αϊνσταϊν…», Αθήνα 1998 )

-Στο δεύτερο μέρος του άρθρου θα παρατεθούν τα σημαντικότερα αποσπάσματα από το συγκεκριμένο δοκίμιο “Γιατί σοσιαλισμός” του μεγάλου Ανθρώπου κι Επιστήμονα, Άλμπερτ Αϊνστάιν. 

Πολιτική ελέγχου στο διαδίκτυο και ψηφιακές αντιστάσεις



Μια παρέμβαση με αφορμή την προώθηση των νομοσχεδίων SOPA και PIPA στις ΗΠΑ και τη μαζική αντίδραση μέσω ίντερνετ που ακολούθησε

 Του Αλέξανδρου Γεωργίου*

  Την Τετάρτη 18/1 όλος ο πλανήτης έγινε μάρτυρας της πρώτης μαζικής οργανομένης και συντονισμένης πρακτικής αυτού που θα μπορούσε να ονομάσει κανείς «ψηφιακή αντίσταση». Σε μια προσπάθεια εναντίωσης με την πρωτοβουλία των ΗΠΑ να νομοθετήσουν τη δυνατότητα σκληρού και αυθαίρετου περιορισμού σελίδων του διαδικτύου με αφορμή τη διακίνηση αρχείων που ενδέχεται να υπόκεινται σε νόμους για πνευματικά δικαιώματα, δημιουργήθηκε ένα τεράστιο ρεύμα διαμαρτυρίας και μια γιγάντια κινητοποίηση από χιλιάδες ανθρώπους – χρήστες του διαδικτύου. Κεντρικά site του αμερικανικού διαδικτύου ανέστειλαν τη λειτουργία τους για μια μέρα, άλλα ενημέρωναν τους επισκέπτες για τους κινδύνους σημαντικού περιορισμού του διαδικτύου από την κυβέρνηση, χιλιάδες ηλεκτρονικές επιστολές με παραλήπτες τα μέλη της γερουσίας των ΗΠΑ εστάλησαν και άλλες παρόμοιες κινήσεις συνοδεύτηκαν από κυβερνο-επιθέσεις των Anonymous σε κυβερνητικά site και σελίδες μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα των έργων πνευματικής ιδιοκτησίας (π.χ. κινηματογραφικούς και μουσικούς κολοσσούς). Το αποτέλεσμα αυτής της πρωτοφανούς κινητοποίησης ήταν σε πρώτη φάση νικηφόρο: υπήρξε μαζική μεταστροφή μελών της γερουσίας απέναντι στα νομοσχέσια SOPA και PIPA (Stop Online Piracy Act – Protect IP Act) και φαίνεται να δημιουργείται κλίμα απόρριψής  τους.
Έχει ιδιαίτερη αξία στα πλαίσια του κινήματος να εξεταστεί η νέα αυτή ψηφιακή μορφή αντίστασης. Ξεκινώντας από την άμεση πολιτική πραγματικότητα της μαζικής διαδικτυακής κινητοποίησης μπορεί κανείς να αναρωτηθεί τι ήταν αυτό που έκανε αυτή την κινητοποίηση πετυχημένη. Παρόμοιες καμπάνιες έχουν γίνει και στο παρελθόν για μεγάλο εύρος ζητημάτων αλλά καμία δεν είχε την μαζικότητα και την αποτελεσματικότητα της μέρας ψηφιακής αντίστασης που είδαμε. Η αποφασιστική απάντηση για το ερώτημα αυτό βρίσκεται στην παγκόσμια συγκυρία του 2011-2: η κινητοποίηση αυτή υπήρξε, μαζικοποιήθηκε, νίκησελόγω της τεράστιας ανόδου των κοινωνικών και λαϊκών κινημάτων σε παγκόσμιο επίπεδο τη χρονιά που μας πέρασε. Το έτος που σύμφωνα με τον βρετανό ιστορικό Έρικ Χόμπσμπαουμ θυμίζει την άνοιξη των λαών του 1848, σημαδεύτηκε από την ανασύσταση του κοινωνικού υποκειμένου σε κάθε χώρα του πλανήτη που βρίσκεται στη δίνη της οικονομικής κρίσης. Η διαδικασία αυτή εμφάνισε τεράστια πολυμορφία – από τις άγριες απεργιακές ημέρες της Αθήνας, την εξέγερση του αραβικού κόσμου και το κίνημα των πλατειών σε όλο το Δυτικό κόσμο – και σημαντικό εργαλείο για την οργάνωση αλλά και την παγκόσμια συνειδητοποίησή της ήταν το διαδίκτυο. Η τεχνική δυνατότητα της σχεδόν στιγμιαίας ενημέρωσης για γεγονότα σε όλο το μήκος και πλάτος του πλανήτη αλλά και η τεχνική δυνατότητα πραγματοποίησης μορφών άμεσης δημοκρατίας σε μαζική κλίμακα αναμφίβολα έπαιξαν κρίσιμο ρόλο στην κοινωνική πρακτική αλλά και στον ίδιο το σχηματισμό των κοινωνικών υποκειμένων. Η μαζική ψηφιακή κινητοποίηση λοιπόν έλαβε χώρα επειδή οι πρωταγωνιστές της είχαν ήδη αγωνιστικές αναπαραστάσεις από τις παγκόσμιες κινητοποιήσης και επειδή θεώρησαν ότι δίνεται υπερβολική δυνατότητα ελέγχου στις κυβερνήσεις πάνω στο μέσο που βοήθησε αυτές τις παγκόσμιες κινητοποιήσεις να οργανωθούν.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ότι αυτή η μέρα ψηφιακής αντίστασης ήταν σαφώς μια πολιτικήκινητοποίηση. Σε ρήξη με τον ακτιβισμό και τη φιλανθρωπία που χαρακτήριζαν τις προηγούμενες καμπάνιες του διαδικτύου, η συγκεκριμένη κινητοποίηση είχε άμεσο πολιτικό στόχο: να καταψηφιστούν νομοσχέδια της κεντρικής κυβέρνησης των ΗΠΑ. Επίσης, οι πρωταγωνιστές είχαν σαφές ποιον έχουν απέναντί τους και στοχοποίησαν εξ’ αρχής την κεντρική κυβέρνηση των ΗΠΑ, τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες στο χώρο του θεάματος και της ψυχαγωγίας, συγκεκριμένους γερουσιαστές κλπ. Επιπλέον, αν και αμερικανοί πολίτες στην πλεινότητά τους, οι «ψηφιακοί αγωνιστές» αντιλήφθηκαν ότι λόγω της παγκόσμιας οικονομικής, πολιτικής και πολιτιστικής ηγεμονίας των ΗΠΑ σε όλο τον κόσμο, ένα χτύπημα απέναντι στην κυβέρνηση των ΗΠΑ θα ήταν χτύπημα απέναντι σε κάθε κυβέρνηση ανά την υφήλιο που θα ήθελε να ακολουθήσει το αμερικανοκεντρικό ρεύμα.
Πέρα από τις πολιτικές προεκτάσεις για τη μορφή των κινητοποιήσεων και σε τομή με τις λογικές που υποτιμούν τις κοινωνικές σχέσεις και διακυρήσσουν π.χ. ότι το ίντερνετ έφερε την επανάσταση στον αραβικό κόσμο, η αριστερή κινηματική συζήτηση πρέπει να βαθύνει με όπλο την κριτική για να αποκτήσει το δυνατόν πληρέστερη εικόνα του θέματος στις οικονομικές, πολιτικές και ιδεολογικές του προεκτάσεις. Για παράδειγμα, ο διεθνής διάλογος αναφέρεται στο ίντερνετ σαν μια νέα δημόσια σφαίρα ελευθερίας, ακόμα πρώιμη και χαοτικά ανεπτυγμένη που απέναντί της στέκει το κράτος – δυνάστης που θέλει να την περιορίσει εξουσιαστικά, περιορίζοντας την ελευθερία τη στιγμή που υπερασπίζεται οικονομικά συμφέροντα των επιχειρήσεων – κολοσσών στον τομέα της πνευματικής παραγωγής. Αυτή η οπτική σίγουρα στη συγκυρία της ανόδου των κοινωνικών κινημάτων και της κρατικής καταστολής και λογοκρισίας είναι επίκαιρη, αλλά αναπαράγει το σχήμα ελευθερία των πολιτών – εξουσία του κράτους και των επιχειρήσεων – αντιεξουσία μέσω του διαδικτύου   και χάνει το τεράστιο οικονομικό και πολιτικό υπόβαθρο.
Το σχήμα που αναπαράγουν οι ακτιβιστές του ίντερνετ – χωρίς καμία αίσθηση υποτίμησης καθώς το αξιόμαχο π.χ. των Anonymous είναι εξαιρετικό – είναι σε γενικές γραμμές μια διάκριση της κοινωνίας των πολιτών του ίντερνετ σε κόντρα με την πολιτική κοινωνία των κρατών. Η κοινωνία των πολιτών του ίντερνετ έχει τη δυνατότητα να διαμορφώνεται σε δίκτυα ισότιμων εταίρων (peer to peer networks) για ανταλλαγή πληροφοριών, απόψεων, αρχείων, εφαρμογών, για επικοινωνία και διασκέδαση ενώ το κάθετο κράτος-λεβιάθαν στέκεται περιοριστικό του νέου ισότιμου κόσμου που οικοδομείται εκεί. Υπάρχει όμως στην πληροφορική η έννοια του εικονικού (virtual) (που απέχει από την έννοια του ιδεατού) και είναι η υλική αντιμετώπιση ετερογενών πόρων σαν ένα ενιαίο σύστημα. Όντως η κοινότητα του διαδικτύου  εικονικά διαμορφώνεται ως μια κοινωνία των πολιτών, πάνω όμως σε υποδομές που κάθε άλλο παρά κοινωνικές είναι. Μάλιστα, σε πολλούς κοινωνικούς σχηματισμούς, οι τηλεπικοινωνιακές υποδομές είναι αυστηρά κρατικά ελεγχόμενες, όπως στην Ελλάδα πριν την μερική απελευθέρωση των τηλεπικοινωνιών, και πόσο μάλλον δε οι ασύρματες υποδομές, με το ραδιοφάσμα να θεωρείται κατοχυρωμένος κρατικός πόρος με στρατιωτική και πολιτική στρατηγική σημασία. Ακόμα όμως και εκεί που εμφανίζονται ιδιωτικά τηλεπικοινωνιακά δίκτυα, αυτά ανήκουν σε κάποιο πάροχο και παρέχουν υπηρεσία επί πληρωμή. Πώς ακριβώς ταιριάζει με την ψηφιακή ελευθερία το να πρέπει να πληρώσεις για να έχεις πρόσβαση σε αυτήν; Είναι η ψηφιακή ελευθερία ένα εμπόρευμα; Ο διαδικτυακός ακτιβιστής είναι κάτι παραπάνω από καλά ενημερωμένο και δυναμικό καταναλωτή; Τελικά, το αν θα υπάρχει ψηφιακή ελευθερία για όλους μπορεί να αναχθεί σε ένα αγώνα για φτηνό ή δωρεάν ίντερνετ;
Το πόσο ελεύθερη να λειτουργήσει είναι η δημόσια σφαίρα του ίντερνετ που χτίζεται πάνω σε κρατικές ή ιδιωτικές υποδομές το δείχνουν διάφορα παραδείγματα. Ενδεικτικά μπορεί κανείς να παραθέσει την διακοπή των υπηρεσιών ίντερνετ τις μέρες της εξεγερμένης Αιγύπτου από τον Μουμπάρακ και τον συμπληρωματικό ρόλο που έπαιξε σε αυτό η Vodafone που έκλεισε και αυτή την πρόσβαση στο δίκτυο κινητής τηλεφωνίας που διαθέτει στη χώρα. Αντίστοιχο παράδειγμα μπορεί να αποτελέσει το «δεύτερο ίντερνετ» που υπάρχει στην Κίνα, δηλαδή τον φραγμό που επιβάλει το κινεζικό κράτος – μελλοντική υπερδύναμη της πληροφορικής – στην πρόσβαση εκατέρωθεν του σινικού τείχους και η συνακόλουθη δημιουργία αντιγράφων των Δυτικών site, όπως π.χ. ένα δεύτερο Facebook με πρόσβαση μόνο από κινέζικες IP. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι αυτά τα παραδείγματα αφορούν ανελεύθερα καταπιεστικά καθεστώτα και είναι αρκετά βήματα πίσω από αυτά που συμβαίνουν στο Δυτικό κόσμο. Κρατώντας εν μέρει το δίκιο που μπορεί να έχει το επιχείρημα, τα παραδείγματα αυτά καταδεικνύουν τη δυνατότητα που μπορούν να έχουν τα Δυτικά κράτη να περιορίσουν το ίντερνετ.
Ακόμα όμως και εντός του κόσμου της διαδικτυακής ελευθερίας υπάρχει ενός είδους «κρατική» πολιτική. Η Google, η γνωστότερη μηχανή αναζήτησης, συμμετείχε στην μέρα ψηφιακής αντίστασης απαιτώντας απόσυρση των νομοσχεδίων. Θα άξιζε να συζητήσουμε για το ποιά είναι η φιλοσοφία της. Σε πρώτο επίπεδο, φιλτράρει τα αποτελέσματα της αναζήτησης με βάση την εθνική τοποθεσία από την οποία διατυπώνεται το ερώτημα προς αναζήτηση και παρουσιάζει στο χρήστη τα κατάλληλα φιλτραρισμένα αποτελέσματα. Δεν είναι λίγες οι αναφορές για συνεργασία της Google με τα εθνικά κράτη. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, η Google ως πρακτική (το googleάρισμα) διαμορφώνει το σύγχρονο χρήστη του διαδικτύου. Μέχρι πριν κάποια χρόνια, κυριαρχούσε η λογική της φυλλομέτρησης (browse) όπου ο χρήστης επέλεγε να ξεκινήσει τη θεματική του αναζήτηση από ένα κατάλογο θεματικά οργανωμένων ιστοσελίδων και στη συνέχεια ακολουθόντας υπερσυνδέσμους (hyperlinks) οδηγούταν από σελίδα σε σελίδα. Πλέον αυτή η πρακτική έχει ατονήσει προς χάρην της αναζήτησης, δηλαδή της διατύπωσης ερωτήματος (query) σε μια μηχανή αναζήτησης (search engine) και χρήση των σχετικών αποτελεσμάτων. Η μάχη για την καλύτερη μηχανή αναζήτησης – το κέντρο του διαδικτύου – έχει προ πολλού λήξει με την Google να ανακηρύσσεται σε νικητή. Μάλιστα, η συνήθης πρακτική είναι οι χρήστες να ασχολούνται μόνο με τα αποτελέσματα της πρώτης σελίδας ή μόνο τα δέκα πρώτα. Αυτές οι παρατηρήσεις δείχνουν την ισχύ που έχει η Google στην διαμόρφωση της λογικής του χρήστη του διαδικτύου και μας οδηγεί σε ένα τρίτο επίπεδο: ο αλγόριθμος κατάταξης ιστοσελίδων της Google (PageRank) διαμορφώνει το σύνολο των ιστοσελίδων. Με μια αλλαγή κριτηρίων στην ταξινόμηση των σχετικών με ένα ερώτημα ιστοσελίδων, η Google μπορεί να οδηγήσει σε πρακτική «εξαφάνιση» χιλιάδων ιστοσελίδων και άρα θέτει το πρότυπο για το πώς παρουσιάζεται το περιεχόμενο στις ιστοσελίδες του πλανήτη (κάτι εξίσου σημαντικό για το web όσο και το ίδιο το περιεχόμενο) και εμμέσως και το ίδιο το περιεχόμενο. Μήπως η Google είναι το «κράτος» του διαδικτύου;
Εν τέλει, η νέα ισότιμη κοινωνία που ξεπροβάλλει μέσα από το ίντερνετ, είναι μια κοινωνία – άθροισμα ισότιμων ατόμων. Αυτό μπορεί να είναι κάτι περισσότερο από την ολοκλήρωση του οράματος του πολιτικού φιλελευθερισμού; Μπορεί το όλον που σχηματίζεται από την εν δυνάμει ισότιμη συμμετοχή των ελεύθερων χρηστών του ίντερνετ να είναι κάτι παραπάνω από το απλό αλγεβρικό άθροισμα; Χωρίς να υποστηρίζω τη διάκριση πραγματικής ζωής και ζωής στο διαδίκτυο (αν και υπάρχουν πολλά φαινόμενα κοινωνικής ψυχολογίας που σχετίζονται με τη ζωή στο διαδίκτυο) υποστηρίζω ότι αυτό που κάνει τις επιμέρους δικτυακές κοινότητες να λειτουργούν συλλογικά είναι μάλλον μια συλλογική λογική, διάθεση και πρακτική γύρω από ένα υλικό στόχο που διευκολύνεται από το ίντερνετ παρά η τεχνική δυνατότητα του ίντερνετ καθαυτή.
Η πάλη για διεύρυνση της ψηφιακής ελευθερίας πρέπει να είναι κομμάτι της σύγχρονης ριζοσπαστικής πολιτικής και της κατεύθυνσης προς μια άμεση οριζόντια δημοκρατία. Πρέπει όμως να χτίζεται από κάτω προς τα πάνω, να αμφισβητεί τις ιδιωτικές και κρατικές υποδομές, τις εταιρικές πολιτικές ακόμα και εταιριών – «συμμάχων» της ελεύθερης ανάπτυξης του ίντερνετ και τις ιδεολογικές και πολιτικές αναφορές που ενέχει δομικά η πρακτική της χρήσης του διαδικτύου. Να αντιλαμβάνεται ότι σε τελική ανάλυση είναι πάλη ενάντια στις πολιτικές μορφές του σύγχρονου κράτους στο σύνολο της οικονομικής και εθνικής του στρατηγικήςδηλαδή είναι πολιτική πάλη, έχει άμεση κοινωνική σημασία και δεν μπορεί να τεθεί ξεκομμένα από το κοινωνικό ζήτημα. Έχουμε πολλά να διδαχτούμε από τους νέους σε Αίγυπτο και Puerta del Sol της Μαδρίτης που από κάποια στιγμή και μετά, για τους μαζικούς χώρους των κινημάτων στις πλατείες έφτιαξαν δικές τους ασύρματες υποδομές πάνω στις οποίες έχτισαν δομές άμεσης ψηφιακής δημοκρατίας και πάντα χρησιμοποίησαν την πληροφορική και το ίντερνετ σαν μέσο για την πολιτική πάλη και όχι σαν σκοπό.

*Ο Αλέξανδρος Γεωργίου είναι μεταπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Μηχανικών Η/Υ και Πληροφορικής Πανεπιστημίου Πάτρας.

Επιστρέφει εσπευσμένα στην Αθήνα ο Νταλάρα



***EΚΤΑΚΤΟ***
Πληροφορίες της τελευταίας στιγμής θέλουν τον επικεφαλής του Ινστιτούτου Διεθνούς Χρηματοπιστωτικής (ΙΙF) ,  Νταλάρα, να επιστρέφει στην Ελλάδα έπειτα από πρόκληση που δέχθηκε από τον συνονόματό του Γιώργο Νταλάρα.
Συγκεκριμένα, ο Γιώργος Νταλάρας φέρεται να είπε σε στενούς του φίλους ,παρουσία της γυναίκας του Άννας, “Εγώ αυτόν τον έχω για πρωινό.Αν κάποιος μπορεί να σώσει την Ελλάδα, αυτός είμαι εγώ”. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η Άννα Νταλάρα μετέφερε αυτή τη δήλωση του άντρα της στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, Γιώργο Παπανδρέου, ο οποίος με τη σειρά του ενημέρωσε άμεσα τον τραπεζίτη-πρωθυπουργό Λουκά Παπαδήμο. Ο κύριος Παπαδήμος φάνηκε να θίγεται με αυτή τη δήλωση, καθώς αρνήθηκε να πιστέψει πως υπάρχει κάποιος πιο ικανός από έναν Τραπεζίτη  για να σώσει τη χώρα. Η συναδελφική αλληλεγγύη τού επέβαλε να τηλεφωνήσει στο συνάδελφό του Τσαρλς Νταλάρα (ο οποίος εκείνη στιγμή είχε ήδη φτάσει στο Παρίσι) και να τον ενημερώσει για τις εριστικές δηλώσεις του διάσημου τραγουδιστή.
Σύμφωνα με καλά διασταυρωμένες πληροφορίες, ο Νταλάρα έγινε έξαλλος στο άκουσμα των νέων και (όπως πολύ περιγραφικά μας μετέφερε η πηγή μας) πέταξε με μανία στο πιάτο του τον μισοτελειωμένο του αστακό, πιτσιλίζοντας όποιον βρισκόταν σε απόσταση βολής με αρωματική κόκκινη σάλτσα με μοσχοκάρυδο και λάιμ. Η αμέσως επόμενη αντίδρασή του ήταν να τηλεφωνήσει στον πιλότο του για να του πει τα ετοιμάσει το τζετ προς αποχώρηση με προορισμό το Ελ.Βενιζέλος.
Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, ο εκπρόσωπος των Τραπεζιτών πετάει πάνω από την Αδριατική και -σύμφωνα με όλα τα στοιχεία- ετοιμάζει μια απάντηση-καταπέλτη για τον “επονείδιστο” (όπως τον χαρακτήρισε σε άπταιστα γαλλικά) λαϊκο-ρεμπετικο-ποπ-ροκ-βαλκανιοέθινκ βάρδο.
Ο αγωνιστής Γιώργος Νταλάρας από τη μεριά του ακονίζει τις φωνητικές του φωνές για να υποδεχθεί στο αεροδρόμιο το συνονόματό του με αυτό το άκρως συμβολικό τραγούδι


Για ό,τι νεότερο θα ενημερώσουμε άμεσα.

Ανοιχτά ερωτήματα για μια θεωρία της μετάβασης: αντίσταση, ηγεμονία, εξουσία



του Γιώργου Καλαμπόκα

(Το παρόν κείμενο θα δημοσιευτεί στο τεύχος 29 του περιοδικού «Εκτός Γραμμής» που θα κυκλοφορήσει τον Φεβρουάριο)
[Οι τονισμοί κάποιων φράσεων έγιναν από εμένα]
Είναι μάλλον κοινότοπο να το επαναλαμβάνουμε, αλλά η συγκυρία, στη δίνη της οποίας στροβιλιζόμαστε, σφραγίζεται, εκτός από την καταφανή οικονομική, και από μια ιστορική πολιτική κρίση. Γιατί δεν μπορεί κανείς να αναγνωρίσει στη σύγχρονη ιστορία των ανaπτυγμένων καπιταλιστικών σχηματισμών, μετά τον Μάη του ’68, τα στοιχεία μιας άλλης τέτοιας εκτεταμένης κρίσης πολιτικής εκπροσώπησης των αστικών κομμάτων, σε τελική ανάλυση, κρίσης της ίδιας της αστικής στρατηγικής. Αυτή ακριβώς η κρίση μάς επιτρέπει να συζητάμε με άλλους όρους, με όρους πιο κοντινούς στην πολιτική και όχι απλώς στην ιδεολογία, ερωτήματα αλλά και δυνατότητες μιας άλλης προοπτικής.
Μια «αντικειμενική» κρίση
Αυτή η συζήτηση βρίσκει την Αριστερά σε όλη την Ευρώπη αντιμέτωπη και με τη δική της κρίση• την έκρηξη των κινημάτων του ’68, που αποτέλεσαν ίσως την πρώτη αυθόρμητη κινηματική απόπειρα κριτικής του σύγχρονου αναπτυγμένου καπιταλιστικού υποδείγματος, ακολούθησε η συντριπτική κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού και η πλήρης ανάπτυξη των μηχανισμών του σύγχρονου αστικού κράτους, με την ταυτόχρονη κυριαρχία των κοινωνικών του προτύπων και την επακόλουθη αποδιάρθρωση των αντίπαλων ταξικών οραμάτων. Η Αριστερά στις δυτικές αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες –όπου επιβίωσε ως Αριστερά και δεν μεταλλάχθηκε πλήρως σε αστική καρικατούρα της– υιοθέτησε τη στρατηγική κριτικής ή διόρθωσης στο πλαίσιο της κυρίαρχης αστικής στρατηγικής. Προοπτικά, αυτό σήμαινε ότι έχασε τη δυνατότητα να σκέφτεται και να σχεδιάζει στρατηγικά, να θέτει ερωτήματα που να αφορούν το πού μπορεί να πάει το σύνολο ενός κοινωνικού σχηματισμού, ενός τόπου.
Στο έδαφος της υποχώρησης, η συζήτηση για τη σύγχρονη επαναστατική στρατηγική δείχνει να περιορίζεται στην αναπαραγωγή ιστορικών εκδοχών επαναστατικών ρήξεων, που όμως πολύ απέχουν από το να αποτελέσουν απάντηση στις σημερινές προκλήσεις. Ο ιδεότυπος μιας νέας «μπολσεβίκικης» εφόδου στα χειμερινά ανάκτορα δεν μπορεί να βρει ακριβές αντίστοιχο στον σύγχρονο κατασταλτικό κρατικό μηχανισμό και στους υπερτροφικούς ιδεολογικούς μηχανισμούς. Από την άλλη, η προσπάθεια ψηλάφησης μιας σύγχρονης εκδοχής επαναστατικής στρατηγικής που να προσιδιάζει στις συνθήκες της αναπτυγμένης καπιταλιστικής δύσης και στο έδαφος της κριτικής στους σοβιετικούς σχηματισμούς, όπως επιχειρήθηκε από το ευρωκομμουνιστικό ρεύμα μετά τα κινήματα του ’68, υποτάχθηκε τελικά στην κοινοβουλευτική τακτική και ενσωματώθηκε πλήρως στις προτεραιότητες της αστικής στρατηγικής, ακόμα και στα ιδεολογικά της όρια, αυτά της αστικής ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού.
Κάπως έτσι η συζήτηση για τη σύγχρονη επαναστατική στρατηγική βρίσκεται σήμερα σταματημένη στη δεκαετία του ’70. Και σε αυτό το φόντο καλούμαστε σήμερα να ξαναθέσουμε ερωτήματα και ταυτόχρονα να ψηλαφήσουμε θεωρητικά και πρακτικά τις απαντήσεις τους, στο έδαφος συσσωρευμένων αντιφάσεων και ανεπαρκειών. Οφείλουμε να ανασυγκροτήσουμε μια διαλεκτική της ηγεμονίας, σε αντίθεση με την προηγούμενη περίοδο, που εγγραφόμασταν σε μια διαλεκτική της αντίστασης και της κριτικής.

Επαναστατική στρατηγική και συγκυρία

Όλοι συνηθίζουμε να κάνουμε ένα αυθόρμητο λάθος: να θεωρούμε ότι η στρατηγική δεν αφορά κάθε στιγμή ή ότι η στρατηγική που υιοθετούμε σε κάθε συγκυρία καθορίζεται μονοσήμαντα από τον ονομαστικό πολιτικό στόχο της περιόδου. Έτσι, θεωρούμε συχνά ότι προκειμένου να μιλήσουμε για την επαναστατική στρατηγική θα πρέπει να αναγνωρίζουμε την περίοδο ως δυνάμει επαναστατική. Έτσι, όμως, σιωπηρά θεωρούμε ότι όταν ο συσχετισμός είναι δυσμενής, μπορούμε να σχεδιάζουμε μόνο στο πλαίσιο αντιστάσεων στη στρατηγική του αντιπάλου. Σε εκείνη την περίπτωση το έλλειμμα αρθρωμένης επαναστατικής στρατηγικής υποκαθιστά η ιδεολογική έγκληση της επαναστατικής ρήξης. Όχι, βέβαια, χωρίς σημασία και αυτό, αλλά οπωσδήποτε με σημαντικό φυσιογνωμικό κόστος.
Και όμως, είτε το συνειδητοποιούμε είτε όχι, ό,τι κάνουμε πάντα εγγράφεται σε μια μακροπρόθεσμη ταξική στρατηγική. Αυτή η παραδοχή βέβαια δεν σημαίνει ότι σε κάθε συγκυρία είναι δυνατόν να απαντηθεί το σύνολο των κεντρικών ερωτημάτων που τη συνθέτουν ή ότι σε κάθε συγκυρία είναι εφικτή η επαναστατική ρήξη. Οι εκάστοτε πολιτικές επιλογές αρθρώνονται πάνω σε μια στρατηγική, είτε αυτή είναι ρητή και γίνεται κατανοητή από το υποκείμενο που την υλοποιεί είτε όχι, και δύνανται να τροποποιήσουν τον ταξικό συσχετισμό ή και να διανοίξουν δυνατότητες ψηλάφησης συνολικότερων ανατροπών. Συνοπτικά, οι στρατηγικές είναι υλικές δυναμικές μέσα στη συγκυρία, συμπυκνώσεις κατευθύνσεων σε στόχους πάλης, δεν είναι κυρίως λόγος, ούτε η επιτυχία τους ορίζεται από την πλήρη, συνειδητή υιοθέτηση του συνόλου του επαναστατικού πολιτικού προγράμματος από το κοινωνικό υποκείμενο. Με την έννοια αυτή, ο ονομαστικός στόχος σε κάθε συγκυρία δεν καθορίζει μονοσήμαντα τη μακροπρόθεσμη στρατηγική, αλλά εγγράφεται στις συνολικές προϋποθέσεις της, οι οποίες, σε τελική ανάλυση, είναι και αυτές που τη χαρακτηρίζουν.
Συγκυρία και αδύναμος κρίκος
Σε αυτό το φόντο μπορούμε να ξαναδούμε την περίφημη θέση για τον αδύναμο κρίκο, θέση που χρησιμοποιήθηκε κατεξοχήν για να χαρακτηρίσει σχηματισμούς που μπορούσαν υπό προϋποθέσεις να βρεθούν κοντύτερα σε διαδικασία επαναστατικού σχηματισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλοί χαρακτηρίζουν την Ελλάδα ως τον σύγχρονο αδύναμο κρίκο. Αυτό, βέβαια, μπορεί σε πρώτη ανάγνωση να φαίνεται υπερβολικό, όμως, παρόλες τις στρατηγικές ανεπάρκειες της Αριστεράς στην Ελλάδα, η δυνατότητα εκκίνησης μιας τέτοιας διαδικασίας αποτελεί υποτελές μεν, αλλά υπαρκτό, υλικό ενδεχόμενο στη συγκυρία.
Αυτή είναι και η βαθύτερη αξία της θέσης ότι η Ελλάδα πρέπει σήμερα με πρωτοβουλία του λαϊκού παράγοντα να βγει από το ευρώ. Δεν σχετίζεται με κάποιου τύπου «οικονομικό εθνικισμό» ή με αυταπάτες για τις δυσκολίες αυτού του δρόμου στις διεθνοποιημένες οικονομικές και πολιτικές συνθήκες της περιόδου. Σχετίζεται, βασικά, με την πεποίθηση ότι σε αυτό το αίτημα συναρθρώνεται το σύνολο των αντιφάσεων που διέπουν σήμερα τον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό και καθορίζουν την κυριαρχία της αστικής γραμμής ή τις δυνατότητες εμφάνισης μιας δυνάμει ανταγωνιστικής ταξικής στρατηγικής. Δεν σηματοδοτεί βεβαιότητα για την επικράτηση της δεύτερης, αλλά αποφασιστικό σημείο καμπής για τη δυνατότητά της.
Η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα σήμαινε αποφασιστική παρέμβαση των υποτελών στρωμάτων στον ταξικό συσχετισμό. Παράλληλα, οι δυναμικές που θα απελευθέρωνε μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν τεράστιες τόσο στο υλικό όσο και στο ιδεολογικό επίπεδο: αφ’ ενός, γιατί θα κλονιζόταν συθέμελα ο βασικότερος αρμός της αστικής εξουσίας στην Ελλάδα και, αφ’ ετέρου, γιατί θα έσπαγε στην πράξη ένας από τους σημαντικότερους ιδεολογικούς μονόδρομους της αστικής στρατηγικής, θα έδινε τεράστια ταξική αυτοπεποίθηση στις λαϊκές μάζες και θα απελευθέρωνε ιδεολογικές και πολιτικές δημιουργικές δυνάμεις.
Χωρίς να επιχειρούμε να αναδείξουμε ιστορικά ανάλογα, θα ήταν λάθος να υποτιμήσουμε τις πραγματικές επαναστατικές δυνατότητες που σηματοδότησε το σύνθημα «ψωμί – ειρήνη – δουλειά» στη Ρωσία του ’17. Όχι επειδή οι μπολσεβίκοι στερούνταν προγράμματος, κοινωνικών εκπροσωπήσεων και ιδεολογικού βάθους –αυτά σήμερα στερείται επί της ουσίας η Αριστερά και σηματοδοτούν τη μεγάλη πολιτική και ιδεολογική απόσταση που μας χωρίζει από το να έχουμε μια συγκυρία όπως θα θέλαμε– αλλά επειδή το ίδιο το σύνθημα συμπύκνωνε τις υλικές προϋποθέσεις μιας άλλης στρατηγικής επιδίωξης στην «τωρινή στιγμή» της πάλης των τάξεων της περιόδου εκείνης. Αυτό το υλικό σημείο στη συγκυρία οφείλουμε κι εμείς να αναζητήσουμε σήμερα.
Αριστερά, εξουσία, κυβέρνηση
Η προοπτική αυτή ανοίγει ξανά για την Αριστερά το ερώτημα της εξουσίας. Για να μπορέσουμε, όμως, να το ψηλαφήσουμε, θα πρέπει πρώτα να κάνουμε κάποιες παραδοχές. Η εξουσία στην οποία στοχεύει η Αριστερά είναι η εξουσία που εγγράφεται σε μια επαναστατική στρατηγική με ορίζοντά τη ριζική τροποποίηση των κοινωνικών σχέσεων, άρα και των ίδιων των όρων άρθρωσης και άσκησης αυτής της εξουσίας. Είναι κυρίως μια εξουσία που στο επίκεντρό της έχει τα ταξικά συμφέροντα που εκπροσωπεί, της αντικαπιταλιστικής λαϊκής συμμαχίας, αρθρωμένης γύρω από τη σύγχρονη εργατική τάξη και τα εργαζόμενα στρώματα, τις κοινωνικές τάξεις και μερίδες που συνιστούν σήμερα τον «συλλογικό εργαζόμενο». Επομένως, δεν μπορεί η εξουσία να ασκηθεί ερήμην αυτών των στρωμάτων και των θεσμών τους, δεν μπορεί να ασκηθεί ούτε καν στο όνομά τους, χωρίς τη διαρκή υλική παρουσία τους, τη συναπόφαση, τη συμμετοχή τους, δεν μπορεί να ασκηθεί παρά από τους νέους αυτούς θεσμούς εξουσίας που θα δημιουργήσουν.
Τα ερωτήματα, όμως, η Αριστερά δεν τα αντιμετωπίζει μέσα σε πολιτικό κενό. Τα αντιμετωπίζει σε δοσμένο χρόνο, χώρο και συνθήκες, μέσα στις οποίες πρέπει να διανοίξει τον σύγχρονο επαναστατικό δρόμο την ίδια στιγμή που θα τον περπατάει κιόλας. Δεν είναι παράξενο να αναρωτιέται κανείς τι θα μπορούσε να κάνει σήμερα η Αριστερά, αν θα μπορούσε να ενωθεί για να διαχειριστεί, κάτω από ένα αντιμνημονιακό πρόγραμμα ανακούφισης του λαού, το αστικό κράτος. Μόνο που αυτή η προσέγγιση της σχέσης της Αριστεράς με την αστική εξουσία υποτιμά την υλικότητα του κράτους και των μηχανισμών του. Υποτιμά ότι χωρίς προγραμματικές τομές, χωρίς τις κρίσιμες ρήξεις με τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς και άμεσες αλλαγές στο πλαίσιο ενός προγράμματος ριζικά ανταγωνιστικών και συνάμα μεταβατικών στόχων, αλλά και χωρίς τη διαφορετική σχέση των μαζών με την εξουσία και την απελευθέρωση μιας λαϊκής ιδεολογικής αυτομορφωτικής διαδικασίας αυτή η υλικότητα του σύγχρονου αστικού κράτους θα επικρατούσε επί των όποιων προθέσεων. Δεν είναι, άλλωστε, μακρινά τα παραδείγματα της ιταλικής «πληθυντικής Αριστεράς» ή της γαλλικής «παναριστερής» εκδοχής, που κατέληξαν να διαχειρίζονται τις πολιτικές, η καταγγελία των οποίων τις είχε προηγουμένως φέρει στην εξουσία.
Έτσι, θεωρούμε ότι σήμερα είναι φαλκιδευμένο αυτό το έδαφος, ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για να δει η Αριστερά τη δυνατότητα κατάληψης της κυβερνητικής εξουσίας ως στιγμή ανταγωνιστικής ταξικής στρατηγικής. Όχι μόνο γιατί οι συζητήσεις για την αριστερή κυβέρνηση δεν έχουν στον πυρήνα τους αυτές τις αναγκαίες προγραμματικές τομές και γίνονται από τη σκοπιά μιας ασαφούς ενότητας σε ό,τι μπορούμε να συμφωνήσουμε, αλλά και γιατί δεν είναι διαμορφωμένες οι συνθήκες που θα επέτρεπαν το ξεδίπλωμα μιας τέτοιας τακτικής: η «υλοποιημένη» στο πολιτικό σκηνικό αριστερή επαναστατική πρόταση, η έστω και μειοψηφική αλλά υπαρκτή πολιτική οντότητα που θα σηματοδοτούσε ότι το ερώτημα τίθεται αυτοτελώς και ότι βρίσκεται στον πυρήνα της όποιας τακτικής. Ακριβώς αυτή είναι, άλλωστε, σήμερα η αναγκαιότητα ενός σύγχρονου κομμουνιστικού φορέα σε διαλεκτική με το αριστερό μέτωπο σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, επίσης αναγκαίο για να αποτελέσει το φορέα του μεταβατικού προγράμματος. Ακόμη περισσότερο όμως, δεν είναι διαμορφωμένοι οι αυτοτελείς πολιτικοί θεσμοί αντι-εξουσίας του δυνάμει κοινωνικού υποκειμένου, της αντικαπιταλιστικής λαϊκής συμμαχίας, που θα σηματοδοτούσαν το σπέρμα μιας άλλης σχέσης των μαζών με την πολιτική και το πρόπλασμα του κυρίαρχου πόλου άσκησης της εξουσίας σε δυνάμει επαναστατική στρατηγική• δεν είναι, δηλαδή, διαμορφωμένοι οι όροι μιας δυνάμει δυαδικής εξουσίας.
Όλα τα παραπάνω, όμως, δεν σημαίνουν ότι το ερώτημα της κυβερνητικής εξουσίας, της εξουσίας ακόμη και του ίδιου του αστικού κράτους, δεν μπορεί να αποτελεί μέρος μιας σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής. Στο έδαφος, άλλωστε, της γιγάντωσης του κρατικού μηχανισμού και της αδυναμίας για σχεδόν «απευθείας» οικοδόμηση ενός νέου «προλεταριακού» κράτους ή τύπου εξουσίας, όπως ενδεχομένως είχαν τη δυνατότητα παλιότερες απόπειρες, μια ανταγωνιστική ταξική στρατηγική –μια διαδικασία σοσιαλιστικού μετασχηματισμού αλλιώς– μπορεί ακόμη και να χρειαστεί να εκκινήσει από την κατάληψη της αστικής εξουσίας και άρα του αστικού κράτους, να κυριαρχήσει στον αστικό πολιτικό μηχανισμό. Και είναι σήμερα απαραίτητο να σπάσει αυτό το ταμπού στη συζήτηση της Αριστεράς και ταυτόχρονα να συζητηθούν οι συνολικές προϋποθέσεις μιας σύγχρονης ταξικής, επαναστατικής στρατηγικής και οι προϋποθέσεις κάτω από της οποίες θα μπορούσε να συνεισφέρει σε αυτήν μια κυβερνητική εξουσία. Τα παραδείγματα της Λατινικής Αμερικής, με όλη την αντιφατικότητά τους, θέτουν επί τάπητος ένα νέο «υπόδειγμα» αντιιμπεριαλιστικής μεταβατικής εξουσίας με ανοιχτές αντιθέσεις στο εσωτερικό του.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος που θα είχε να αντιμετωπίσει κανείς σε αυτή την περίπτωση θα ήταν η ταύτιση της αριστερής στρατηγικής για την εξουσία με την κυβερνητική εξουσία. Η τελευταία δεν θα μπορούσε παρά να αποτελεί στιγμή σε μια στρατηγική, στιγμή που δεν θα όριζε κυρίαρχα αυτή τη στρατηγική, δεν θα αποτελούσε τον «ορίζοντα γεγονότων» της. Όμως, ακόμη και η συνείδηση των κινδύνων ενσωμάτωσης που μπορεί να εγκυμονεί μια τέτοια επιλογή δεν είναι αρκετή. Το πραγματικό ερώτημα είναι πώς μπορεί να υπάρξουν δικλείδες ασφαλείας με αντικειμενικούς όρους. Και εδώ, οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες. Γνώμη μας είναι ότι η δημιουργία αυτοτελών θεσμών εξουσίας της κοινωνικής συμμαχίας που στηρίζει αυτή την (κυβερνητική) εξουσία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να αποτελεί η τελευταία τμήμα μιας σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής. Αναφερόμαστε, δηλαδή, στην οικοδόμηση θεσμών δυαδικής εξουσίας, που την ίδια ώρα που η κατάληψη της κυβερνητικής εξουσίας θα δίνει τόσο την τυπική νομιμοποίηση όσο και τη δυνατότητα άσκησης της πολιτικής εξουσίας στον εκπρόσωπο μιας τέτοιας συμμαχίας και ενώ θα κερδίζει την πλειοψηφία των λαϊκών στρωμάτων, την ίδια στιγμή οι λαϊκές μάζες θα φτιάχνουν τους δικούς τους καθημερινούς θεσμούς, θα μάθουν να λειτουργούν, να αποφασίζουν και να υλοποιούν αλλιώς.
Βέβαια, όλα αυτά σημαίνουν την προσπάθεια διαμόρφωσης ενός σύγχρονου ηγεμονικού πολιτικού προτάγματος που θα επιχειρεί να αρθρώνει στρατηγική για το σύνολο του τόπου, να οικοδομεί την κοινωνική συμμαχία που επιχειρεί να εκπροσωπήσει, να δημιουργεί τους ιδεολογικούς και αυτομορφωτικούς όρους για την απελευθέρωση δημιουργικών κοινωνικών δυναμικών, ιδεών και ικανοτήτων.Και αυτή η δύσκολη διαλεκτική σημαίνει ταυτόχρονα σημαντικές απαιτήσεις για το πολιτικό υποκείμενο που θα την αναλάβει. Ένα υποκείμενο το οποίο την ίδια στιγμή που θα είναι απαρέγκλιτος φορέας ενός συνόλου στρατηγικών αρχών, δεν θα καθοδηγεί στενά, κάτω από την ιστορική βεβαιότητα του σκοπού που το ορίζει και του πιθανού προορισμού του, αλλά θα λαμβάνει μέρος στην ίδια τη δυναμική, θα μαθαίνει από τις μάζες και θα μαθαίνει τις μάζες, θα αποτελεί το ίδιο ανοιχτή διαρκή αυτομορφωτική, κριτική και αυτοκριτική, διαδικασία ηγεμονίας του ορθού επί του λάθους και κυριαρχίας των εργατικών ταξικών συμφερόντων, όπως η κοινωνία που θέλει να οικοδομήσει.
Αντί επιλόγου
Ακόμη όμως και αν επιλέγαμε, έστω και αναγκαστικά στις σύγχρονες συνθήκες, τον αντιφατικό δρόμο που ορίζει η αφετηρία της κατάληψης υπό προϋποθέσεις της κυβερνητικής εξουσίας, αυτό δεν θα σήμαινε καθόλου έναν αναγκαστικά «ειρηνικό δρόμο» για το σοσιαλισμό. Ακριβώς γιατί τη βιαιότητα ή μη ενός τέτοιου δρόμου δεν την ορίζουν οι μορφές, αλλά ο ανταγωνισμός των κοινωνικών συμφερόντων που συγκρούονται. Και είναι βέβαιο ότι το ενδεχόμενο ακόμη και μιας, σε πρώτη φάση, κυβερνητικής εξουσίας που θα εγγραφόταν, όμως, ως υποτελές βήμα σε μια συνολική ανταγωνιστική ταξική στρατηγική, δεν θα άφηνε χωρίς αντιδράσεις τον πυρήνα των συμφερόντων που θα έθιγε…

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...